- καταληπτικῆς
- καταληπτικόςable to checkfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
АРКЕСИЛАЙ — (Arkesilaus) (315 241 до н.э.) греч. философ, основатель Средней (скептической) Академии платоновской. Ученик Теофраста, затем Крантора. Продолжая традицию древнеакадемической диалектики, довел до совершенства практику составления «равносильных»… … Философская энциклопедия
АРКЕСИЛАЙ — АРКЕСИЛАЙ (Ἀρκεσίλαος) (315 до н. э., Питана в Эолии 241 до н. э., Афины), греческий философ, основатель и схоларх (с 270) Новой, или Средней (скептической), Академии. Ученик Теофраста, затем Крантора и Полемона (D. L. IV 29). Продолжая… … Античная философия
γνώση — I Η δυνατότητα να αποδίδουμε σε ένα αντικείμενο τα πραγματικά χαρακτηριστικά του. Το αντικείμενο της γ. μπορεί να είναι ένα ιστορικό γεγονός, ένα συμβάν που μπορεί να επαναληφθεί, μια αφηρημένη έννοια, ένα συναίσθημα, μια αξία κλπ. Αυτό που του… … Dictionary of Greek
Αρκεσίλαος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Λύκου και της Θεοβούλης, ένας από τους αρχηγούς των Βοιωτών στον Τρωικό πόλεμο. Σκοτώθηκε από τον Έκτορα. 2. Γιος του Οδυσσέα και της Πηνελόπης, που γεννήθηκε μετά την επιστροφή του πατέρα του από την… … Dictionary of Greek